ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΚΩΝ/ΝΟΥ ΧΑΝΟΥ,ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΑ ΛΑΘΗ»



ΕΙΣΗΓΗΣΗ

ΚΩΝ/ΝΟΥ ΧΑΝΟΥ, ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΠΑΡ’ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ

ΣΕ  ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:
«ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΑ ΛΑΘΗ»

ΧΑΛΚΙΔΑ,

ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΕΥΒΟΙΑΣ
21-12-2019


ΑΝΗΛΙΚΟΙ ΘΥΤΕΣ ΚΑΙ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ


Α) – ΑΙΤΙΑ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ-ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

           Η εξέλιξη των κοινωνιών μέσα από τον τρόπο ζωής τους και οι αλλαγές στους ρόλους των δύο φύλων, είχαν και έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην σύγχρονη οικογένεια. Αποτέλεσμα των διαμορφωθεισών τάσεων, αλλά και των νοοτροπιών που επεκράτησαν ήταν η ύπαρξη σοβαρών λειτουργικών προβλημάτων στην σύγχρονη οικογένεια, με αποτέλεσμα, ειδικά τα τελευταία έτη, να διασαλεύεται η ομαλή της λειτουργία και επέκεινα η δομή της συγχρόνου κοινωνίας. Η επικράτηση ατομικιστικών τάσεων μέσα στην οικογένεια (και στην εν γένει κοινωνία) και η -πολλές φορές- παντελής έλλειψη πνεύματος συνοχής εντός αυτής, σε συνδυασμό με τα πολλαπλά ζητήματα της καθημερινότητος που ταλανίζουν τους ανθρώπους (οικονομική επιβίωση μέσω εύρεσης εργασίας, επαρκής αντιμετώπιση αναγκών κτλ) έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα που πλήττει τον θεσμό της οικογενείας και δυστυχώς, όλο και περισσότερο τα τελευταία έτη, δημιουργεί καταστάσεις βίας.
           Έτσι, παρατηρούνται συχνά στην οικογένεια δείγματα άσκησης βίας, λεκτικές προσβολές και άλλες μορφές ταπεινωτικής μεταχείρισης, τόσο μεταξύ των συζύγων/ συντρόφων, όσο και μεταξύ των τέκνων και των γονέων, η οποία καλύπτει: α) κάθε μορφή σωματικής βλάβης και β) σωματικής βίας ή απειλής σπουδαίου και άμεσου κινδύνου που ασκείται σε βάρος συνοικούντος προσώπου γ) την εξαναγκαστική συνουσία μεταξύ συζύγων ή την εξαναγκαστική επιχείρηση άλλης ασελγούς πράξης σε βάρος συνοικούντος προσώπου Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί στις μέρες μας κοινωνικό φαινόμενο, που, αν και δεν φαίνεται να έχει λάβει στην Ελλάδα τις διαστάσεις που το χαρακτηρίζουν σε άλλες χώρες της Ε.Ε., ωστόσο παρουσιάζει ανησυχητικά ποσοστά με θύματα κυρίως τις γυναίκες, οι οποίες αποτελούν το 80 –90% των θυμάτων κακοποίησης, αλλά και τα παιδιά (Ενδεικτικά, από το 2014 μέχρι και το 2017 έχουν σημειωθεί περισσότερα από 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με τις γυναίκες να αποτελούν περίπου το 70% των θυμάτων –πηγή καθημερινή). Στις στατιστικές μελέτες βέβαια δεν περιλαμβάνονται και περιπτώσεις που δεν καταγγέλονται και που εκτιμάται ότι κυμαίνονται σε υψηλά ποσοστά. Από την στατιστική δε επεξεργασία στοιχείων για περιστατικά που δηλώθηκαν σε αρμόδιους φορείς και ΜΚΟ, προκύπτει ότι η άσκηση βίαιης συμπεριφοράς μέσα στην οικογένεια δεν συνδέεται οπωσδήποτε με το μορφωτικό ή το οικονομικό επίπεδο είτε του δράστη είτε του θύματος, εν ολίγοις δεν αποτελεί αποκλειστικό κριτήριο η οικονομική κατάσταση της οικογενείας. Φυσικά, είναι βέβαιο ότι τα ποσοστά τέλεσης εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας είναι σημαντικά ανώτερα σε οικογένειες με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, που έχουν παιδιόθεν ως βιοθεωρία ή θρησκευτικό προσανατολισμό την βία στην οικογένεια (π.χ. οικογένειες που παραδοσιακά ανέχονται την χρήση βίας του συζύγου κατά της συζύγου και την θεωρούν ως κάτι φυσιολογικό). Την όλη κατάσταση επιτείνει, ειδικά στην πατρίδα μας, η γνωστή τοις πάσι οικονομική κρίση, δοθέντος ότι σε περιπτώσεις αντιμετώπισης δυσκολιών στην οικογένεια, εάν τα μέλη της δεν είναι στενά συνεδεδεμένα και «δοκιμασμένα» σε πάσης φύσεως δυσκολίες, εύκολα δημιουργούνται έριδες και χάσματα, που δεν μπορούν να καλυφθούν ειμή μόνον με την «πρακτική λύση» του δικαίου του ισχυρού. Κάθε έννοια αλληλοσεβασμού χάνεται, με αποτέλεσμα τα φαινόμενα άσκησης λεκτικής και σωματικής βίας να είναι καθημερινά και να οδηγούν, είτε στην αποσιώπηση και την χρονία υπομονή εκ μέρους του θύματος (που λόγω της ντροπής και ενοχής που αισθάνεται δεν αποκαλύπτει την υφισταμένη βία, δεν αναζητεί βοήθεια και έτσι εγκλωβίζεται σε αδιέξοδες και καταστροφικές καταστάσεις), είτε στην διάσταση των συζύγων/συντρόφων και την δόση τελικής λύσεως υπό των αρμοδίων Δικαστηρίων. Δεν θα αναλωθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες για το τι υφίστανται τα θύματα από ενδοοικογενειακή βία όταν είναι σύζυγοι ή σύντροφοι, διότι –λίγο πολύ- είναι γνωστά (σωματική κακοποίηση, συναισθηματική και ψυχολογική βία, σεξουαλική κακοποίηση, κοινωνική απομόνωση και γενικότερα διαρκή φόβο).
           Ο Έλλην Νομοθέτης για να αντιμετωπίσει το συνεχώς κλιμακούμενο φαινόμενο ψήφισε τον γνωστό πλέον Νόμο 3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας και το Υπουργείο εσωτερικών ήδη από το έτος 2005 σύστησε ομάδα εργασίας για την έρευνα και τη μελέτη για την επεξεργασία σύγχρονου νομοθετικού πλαισίου για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, ενώ υφίστανται πλείστοι όσοι Ευρωπαϊκοί φορείς αντιμετώπισης της βίας. Παράλληλα, διά του Ν. 4531/2018 έγινε η κύρωση της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών.
           Κατά τον Νόμο 3500/2006 «ενδοοικογενειακή βία είναι η τέλεση αξιόποινης πράξης, σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα.
2. α. οικογένεια ή κοινότητα που αποτελείται από συζύγους «ή πρόσωπα που συνδέονται με σύμφωνο συμβίωσης» ή γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους.»
β. στην οικογένεια περιλαμβάνονται, εφόσον συνοικούν, συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τετάρτου βαθμού και πρόσωπα των οποίων επίτροπος, δικαστικός παραστάτης ή ανάδοχος γονέας έχει ορισθεί μέλος της οικογένειας, καθώς και κάθε ανήλικο πρόσωπο που συνοικεί στην οικογένεια.
γ. οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στους μόνιμους συντρόφους και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, στους τέως συζύγους, στα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί, καθώς και στους τέως μόνιμους συντρόφους.

***Η περ.γ΄αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 3 παρ.2 Ν.4531/2018,ΦΕΚ Α 62/5.4.2018.

3. θύμα ενδοοικογενειακής βίας κάθε πρόσωπο της προηγούμενης παραγράφου σε βάρος του οποίου τελείται αξιόποινη πράξη κατά τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος. Θύμα είναι και το μέλος, στην οικογένεια του οποίου τελέσθηκε αξιόποινη πράξη, κατά τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και ο ανήλικος κατά την παράγραφο 2, ενώπιον του οποίου τελείται μία από τις αξιόποινες πράξεις της παρούσας.
Άρθρο 6
Ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη

1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδαφίου β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, ενός έτους.
2. Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου είναι δυνατόν να προκαλέσει στο θύμα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική βλάβη, επιβάλλεται φυλάκιση, τουλάχιστον, δύο ετών. Αν επακολουθήσει βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του θύματος, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Αν ο υπαίτιος επεδίωκε ή γνώριζε και αποδέχθηκε το αποτέλεσμα της πράξης του, τιμωρείται με κάθειρξη.
3. Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου τελέσθηκε σε βάρος εγκύου ή σε βάρος μέλους της οικογένειας το οποίο, από οποιαδήποτε αιτία, είναι ανίκανο να αντισταθεί, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, δύο ετών και αν η πράξη τελέσθηκε ενώπιον ανήλικου μέλους της οικογένειας, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, ενός έτους.
4. Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου συνιστά μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία, ή ψυχικού πόνου, ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, ιδίως με την παρατεταμένη απομόνωση του θύματος, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν το θύμα είναι ανήλικος, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.
5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αντίστοιχα και όταν ο δράστης εργάζεται σε φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας, η δε πράξη του στρέφεται σε βάρος προσώπου, το οποίο δέχεται τις υπηρεσίες του φορέα αυτού.

Άρθρο 7
Ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή

1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο εξαναγκάζει άλλο μέλος χρησιμοποιώντας βία ή απειλή με σπουδαίο και άμεσο κίνδυνο σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή χωρίς το θύμα να υποχρεούται προς τούτο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, ανεξάρτητα από το αν το απειλούμενο κακό στρέφεται εναντίον του ίδιου του θύματος ή κάποιου από τους οικείους του υπό την έννοια της περίπτωσης β΄ του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα.
2. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προκαλεί τρόμο ή ανησυχία σε άλλο μέλος της οικογένειας, απειλώντας το με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση.

Άρθρο 9
Ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας

1.                       Το μέλος της οικογένειας το οποίο προσβάλλει την αξιοπρέπεια άλλου μέλους της, με ιδιαίτερα ταπεινωτικό λόγο ή έργο που ανάγεται στη γενετήσια ζωή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

2.                       Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών μέχρι τριών ετών τιμωρείται η πράξη της προηγούμενης παραγράφου, αν ο παθών είναι ανήλικος.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αντίστοιχα και όταν ο δράστης εργάζεται σε φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας, η δε πράξη του στρέφεται σε βάρος προσώπου, το οποίο δέχεται τις υπηρεσίες του φορέα αυτού.

Άρθρο 11§ 5.
Αν την πράξη ενδοοικογενειακής βίας σε βαθμό πλημμελήματος φέρεται να έχει τελέσει ανήλικος, εφαρμόζεται το άρθρο 45Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (το οποίο πλέον έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 46 του ΠΚ).Δηλαδή ο αρμόδιος Εισαγγελέας, είτε μπορεί να απέχει από την ποινική δίωξη, είτε να διατάξει τα αναμορφωτικά μέτρα του άρθρου 122§ 1 ΠΚ (α) η επίπληξη του ανηλίκου, β) η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς ή στους επιτρόπους του, γ) η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια, δ) η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε ιδρύματα ανηλίκων ή σε επιμελητές ανηλίκων, ε) η συνδιαλλαγή μεταξύ ανήλικου δράστη και θύματος για έκφραση συγγνώμης και εν γένει για εξώδικη διευθέτηση των συνεπειών της πράξης, στ) η αποζημίωση του θύματος ή η κατ' άλλον τρόπο άρση ή μείωση των συνεπειών της πράξης από τον ανήλικο, ζ) η παροχή κοινωφελούς εργασίας από τον ανήλικο, η) η παρακολούθηση από τον ανήλικο κοινωνικών και ψυχολογικών προγραμμάτων σε κρατικούς, δημοτικούς, κοινοτικούς ή ιδιωτικούς φορείς, θ) η φοίτηση του ανηλίκου σε σχολές επαγγελματικής ή άλλης εκπαίδευσης ή κατάρτισης, ι) η παρακολούθηση από τον ανήλικο ειδικών προγραμμάτων κυκλοφοριακής αγωγής, ια) η ανάθεση της εντατικής επιμέλειας και επιτήρησης του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε επιμελητές ανηλίκων και ιβ) η τοποθέτηση του ανηλίκου σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής.
2. Σε κάθε περίπτωση ως πρόσθετο αναμορφωτικό μέτρο μπορεί να επιβληθούν επιπλέον υποχρεώσεις που αφορούν τον τρόπο ζωής του ανηλίκου ή τη διαπαιδαγώγησή του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθούν δύο ή περισσότερα από τα μέτρα που προβλέπονται στις περιπτώσεις α' έως και ια' της προηγούμενης παραγράφου.
3. Στην απόφαση του δικαστηρίου ορίζεται η μέγιστη διάρκεια του αναμορφωτικού μέτρου.


Άρθρο 18
Περιοριστικοί όροι

«1. Σε περίπτωση διαπράξεως εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας είναι δυνατόν, αν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες κρίνεται απαραίτητο για την προστασία της σωματικής και ψυχικής υγείας του θύματος, να επιβληθούν στον κατηγορούμενο από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο στο οποίο παραπέμπεται να δικασθεί ή από τον αρμόδιο ανακριτή ή από το δικαστικό συμβούλιο ή από τον εισαγγελέα που έχει επιληφθεί της υπόθεσης με αιτιολογημένη διάταξή του, κατά της οποίας επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον του συμβουλίου πλημμελειοδικών, και για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται, περιοριστικοί όροι, όπως ιδίως η απομάκρυνσή του από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας. Όποιος παραβιάζει τον περιοριστικό όρο που του έχει επιβληθεί τιμωρείται με φυλάκιση.».

*** Η παρ.1  αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 3 παρ.6 Ν.4531/2018,
      ΦΕΚ Α 62/5.4.2018.

«2. Ο περιοριστικός όρος που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατόν να ανακληθεί, αντικατασταθεί ή τροποποιηθεί από το αρμόδιο δικαστικό όργανο που τον επέβαλε, με αίτηση αυτού στον οποίο επιβλήθηκε ή του θύματος, στην οποία αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους επιβάλλεται η ανάκληση, αντικατάσταση ή τροποποίησή του ή και αυτεπαγγέλτως αν εκλείψουν οι λόγοι επιβολής ή προκύψει λόγος αντικατάστασης του όρου. Το δικαστικό όργανο αποφαίνεται αφού ακούσει το θύμα και αυτόν στον οποίο επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος.»

*** Η παρ.2  αντικαταστάθηκε ως άνω  με το άρθρο 3 παρ.7 Ν.4531/2018,
      ΦΕΚ Α 62/5.4.2018.

3. Το δικαστικό όργανο που είναι αρμόδιο κατά την παράγραφο 1 για την επιβολή, ανάκληση, αντικατάσταση ή τροποποίηση των περιοριστικών όρων, μπορεί να ζητήσει, συμβουλευτικά, τη γνώμη ψυχιάτρων, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών και άλλων επιστημόνων με ειδικές γνώσεις σε θέματα ενδοοικογενειακής βίας, εφόσον τα πρόσωπα αυτά εργάζονται σε δημόσιο φορέα υγείας.
         
ΑΝΗΛΙΚΟΙ ΔΡΑΣΤΕΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ
           Ο ως άνω ειδικός ποινικός Νόμος 3500/2006 έχει θεσπιστεί κυρίως για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας εις βάρος γυναικών και τέκνων, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση. Πλην όμως, δυστυχώς τα τελευταία έτη παρατηρείται μία κάθετη αύξηση των κρουσμάτων παραβατικότητος ανηλίκων, και ειδικά στο πλαίσιο της οικογενείας. Όπως επισημαίνει η Ευρωπαϊκή επιτροπή, στην ΕΕ ένα εκατομμύριο παιδιά βρίσκονται κατηγορούμενα ανά έτος στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών (έγγραφο εργασίας υπηρεσιών της επιτροπής 2013). Φυσικά, δεν αφορούν όλες οι ως άνω περιπτώσεις περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και, ειδικά στην πατρίδα μας, 80% περίπου των περιπτώσεων της παραβατικότητας αφορά παραβιάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας. Όμως, είναι εντυπωσιακή και ταυτόχρονα δυσάρεστη η αύξηση των ανηλίκων παραβατών που κάνουν χρήση ουσιών και αύξηση σε επιθέσεις και ληστείες. Ανήλικοι κατά τους ορισμούς του άρθρου 121 ΠΚ νοούνται αυτοί που κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης έχουν ηλικία μεταξύ του δωδέκατου και του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας τους συμπληρωμένων. Πρακτικά βέβαια και σύμφωνα με το άρθρο 126 ΠΚ η αξιόποινη πράξη που τελέστηκε από ανήλικο δώδεκα έως δεκαπέντε ετών δεν καταλογίζεται σε αυτόν και το Δικαστήριο μπορεί να του επιβάλει αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα (Κάτω από 12 ετών ένας ανήλικος είναι ποινικά αδιάφορος με τον νέο ποινικό κώδικα –Ν. 4637/2019, ενώ, στον παλαιότερο ΠΚ ποινικά αδιάφορος ήταν ο άνθρωπος ηλικίας κάτω των 08 ετών). Μόνον εάν ένας ανήλικος έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του μπορεί να του επιβληθούν αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα, εκτός αν κρίνεται αναγκαίο να επιβληθεί περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων εφόσον η πράξη τους, αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα και εμπεριέχει στοιχεία βίας ή στρέφεται κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας (άρθρο 127 § 1 ΠΚ).
           Σε πάρα πολλές περιπτώσεις και για τους λόγους που προανεφέρθησαν, οι γονείς ή η σύνοικοι ανηλίκου που προβαίνει σε κατά τα ανωτέρω πράξεις ενδοοικογενειακής βίας δεν αναφέρουν το γεγονός στις αρμόδιες αρχές, ειμή μόνον όταν η κατάσταση γίνει αφόρητη και κινδυνεύσουν έντονα η ζωή των ιδίων των γονέων/συνοίκων ή άλλων οικείων (π.χ. άλλων ανηλίκων τέκνων). Μία τέτοια συμπεριφορά, ειδικά στο πλαίσιο της Ελληνικής κοινωνίας, θεωρείται απολύτως λογική, διότι η νοοτροπία της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού, αφενός υπολογίζει πολύ την κοινή γνώμη και τον ενδεχόμενο διασυρμό, αφετέρου προτίθεται εύκολα να «θυσιαστεί», προκειμένου ο παραβατικός ανήλικος να μην διατρέξει κανέναν κίνδυνο, ακόμη και εάν αυτός προέρχεται από τις πράξεις του ιδίου του ανηλίκου και την ποινική τους αντιμετώπιση.
           Γεννώνται όμως τα κάτωθι ερωτήματα:

Α. Ε Ρ Ω Τ Η Μ Α : Για ποιον λόγο οι ανήλικοι στρέφονται σε εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας κατά των γονέων/αδελφών ή συνοίκων τους;

           Όσον αφορά την φύση των νέων, ο μέγιστος Αριστοτέλης στην ρητορική του έχει περιγράψει γλαφυρά τα ψυχικά χαρακτηριστικά των (φυσιολογικών και υγιών ψυχικώς) νέων ως εξής (βιβλίο Γ, 1388b31–1390b13) : «Σχετικά με τα ήθη, οι νέοι αισθάνονται σφοδρές επιθυμίες και μπορούν να εκπληρώσουν εκείνο που επιθυμούν. Από τις επιθυμίες πάλι, που σχετίζονται με το σώμα αισθάνονται κυρίως τις ερωτικές και δεν μπορούν να κυριαρχήσουν επάνω τους. Είναι ευμετάβλητοι και γρήγορα χορταίνουν με κείνα που επιθύμησαν και γι’ αυτό ενώ δοκιμάζουν σφοδρές επιθυμίες, πολύ γρήγορα αδιαφορούν. Επειδή η θέλησή τους, ενώ είναι έντονη δεν είναι ταυτόχρονα και μεγάλη ― όπως συμβαίνει στον άρρωστο με την πείνα και με τη δίψα. Έχουν ροπή προς την οργή, παραφέρονται εύκολα και ακολουθούν εκείνο που αποφάσισαν πάνω στο θυμό τους, χωρίς να μπορούν να συγκρατηθούν. Και τούτο, επειδή από εγωισμό δε δέχονται την περιφρόνηση και αγανακτούν όταν νομίζουν πως αδικούνται. Αγαπούν τις τιμές κι ακόμα πιο πολύ τη νίκη, επειδή τα νιάτα θέλουν να υπερέχουν και η νίκη είναι ένα είδος υπεροχής. Αγαπούν αυτά τα δύο πιο πολύ παρά το χρήμα ή ―καλύτερα― δεν τους ενδιαφέρει το χρήμα ολότελα, επειδή ακόμα δεν έχουν δοκιμάσει τι θα πει φτώχεια κι αυτό εκφράζει το γνωστό απόφθεγμα του Πιττακού για τον Αμφιάραο.«Μα εσύ δεν είχες ακόμα δοκιμάσει τον έρωτα προς το χρήμα, πώς λοιπόν τα χέρια σου ήταν έτοιμα να αρπάξουν;»Οι νέοι δεν έχουν κακές διαθέσεις. Είναι μάλλον καλοί, επειδή δεν είδαν ακόμη πολλά παραδείγματα διεφθαρμένων ανθρώπων. Είναι ευκολόπιστοι, επειδή ακόμα δεν τους έχουν εξαπατήσει συχνά. Είναι γεμάτοι ελπίδες κι αυτό συμβαίνει επειδή η φύση τούς έχει προικίσει με κάποιο είδος θέρμης, σαν εκείνη που νιώθουν αυτοί που έχουνε πιει πολύ κρασί. Αλλά η ιδιότητά τους αυτή οφείλεται και στο ότι δεν έχουν ακόμα δοκιμάσει πολλές αποτυχίες. Ζούνε κυρίως με την ελπίδα, επειδή η ελπίδα αφορά το μέλλον, ενώ η ανάμνηση το παρελθόν.Και για τους νέους το μέλλον είναι μεγάλο, ενώ το παρελθόν μικρό. Αλήθεια, στην αρχή της ύπαρξης δεν μπορεί να υπάρξει καμιά ανάμνηση, ενώ όλες οι ελπίδες επιτρέπονται. Και γι’ αυτό το λόγο εύκολα εξαπατώνται, επειδή και εύκολα σχηματίζουν ελπίδες.Και επειδή ρέπουν προς την οργή και προς την ελπίδα, είναι γενναίοι επειδή η μια ιδιότητά τους συντελεί στο να μη φοβούνται, ενώ η άλλη τους δίνει θάρρος. Αλήθεια, κανένας δε φοβάται όταν είναι θυμωμένος, ενώ η ελπίδα της επιτυχίας μάς κάνει θαρραλέους. Είναι ντροπαλοί, επειδή ξέρουν μόνο εκείνα που έχουν διδαχθεί σύμφωνα με τους νόμους και δεν υποθέτουν πως υπάρχουν κι άλλα ευχάριστα πράγματα.Είναι μεγαλόψυχοι, επειδή δεν τους ταπείνωσε ακόμα ο αγώνας της ζωής, ούτε δοκίμασαν ανάγκες. Εξάλλου όποιος πιστεύει πως είναι άξιος μεγάλων πραγμάτων είναι και μεγαλόψυχος. Αυτό όμως το πιστεύουν όσοι έχουν πολλές ελπίδες.Προτιμούν να κάνουν ό,τι τους φαίνεται ωραίο παρά ό,τι τους συμφέρει, επειδή οι πράξεις τους υπαγορεύονται πιο πολύ από την καρδιά παρά από τον ψυχρό υπολογισμό, κι ενώ αυτός, λογαριάζει το συμφέρον, η αρετή λογαριάζει το ωραίο.Οι νέοι αγαπούν τους φίλους τους και τους συντρόφους τους πιο πολύ, παρά όσοι βρίσκονται σε μεγαλύτερη ηλικία και τούτο, επειδή νιώθουν μεγάλη ευχαρίστηση να ζουν μαζί με τους άλλους κι ακόμα δεν έχουν αρχίσει να σχηματίζουν κρίσεις με βάση το συμφέρον τους για κανένα πράγμα, λοιπόν ούτε και για τους φίλους τους. Όλα τα σφάλματά τους προέρχονται από την υπερβολή, επειδή οι νέοι δεν τηρούν το λόγο του Χίλωνα (μηδέν άγαν). Αλήθεια, υπερβάλλουν σε όλα. Αγαπούν υπερβολικά, μισούν υπερβολικά και το ίδιο συμβαίνει και για όλες τις άλλες πράξεις τους. Πιστεύουν πως ξέρουν τα πάντα κι ανακατεύονται στα πάντα και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι υπερβολικοί. Αν συμβεί να διαπράξουν κάποιο αδίκημα, αυτό οφείλεται στην αυθάδεια και όχι σε κακία. Αισθάνονται εύκολα οίκτο, επειδή θεωρούν όλους τους ανθρώπους απλούς και ενάρετους. Αλήθεια κρίνουν τους άλλους με τη δική τους αθωότητα και γι’ αυτό πιστεύουν ότι, κάτι που παθαίνει κάποιος άλλος, δεν αξίζει να το πάθει. Αγαπούν τα γέλια και γι’ αυτό τους αρέσουν τα πειράγματα, όπου με ευγένεια στρέφονται κατά των άλλων».
           Τα περισσότερα ως άνω χαρακτηριστικά που επεσήμανε ο μέγιστος Αριστοτέλης ισχύουν και σήμερα, με την διαφορά ότι, λόγω της αλλαγής της ζωής σε κάθε επίπεδο, έχουν υπεισέλθει κάποιες παράμετροι που διαφοροποιούν κατά πολύ την κατάσταση. Στην σύγχρονη εποχή, λόγω της αλματώδους τεχνολογικής προόδου οι ανήλικοι έχουν από πολύ μικρές ηλικίες πρόσβαση στον αχανή όγκο πληροφοριών του διαδικτύου και ανεξέλεγκτη χρήση, με τις ευχές μάλιστα πολλές φορές των γονέων, ενώ παράλληλα η παντοδυναμία της εικόνας στα παιχνίδια, ακόμη και στην εκπαίδευση έχει κάνει τα παιδιά αιχμαλώτους της κάθε τάσης που καλλιεργείται στο διαδίκτυο, στα παιχνίδια κοκ. Όπως ειδικοί επισημαίνουν, τα εν τω αμέσω μέλλοντι ναρκωτικά δεν θα είναι τα παραδοσιακά ναρκωτικά που γνωρίζουμε, αλλά θα είναι τα προωθούμενα διαδικτυακά και μη ηλεκτρονικά παιχνίδια, στα οποία το παιδί δεν θα μπορεί να διαχωρίσει εάν βρίσκεται στην πραγματικότητα! Ειδικά στο ζήτημα του εθισμού των παιδιών στο διαδίκτυο, έχουν παρατηρηθεί πολλές περιπτώσεις παιδιών που ασκούν ενδοοικογενειακή βία  (με λεκτική ή ακόμη και σωματική χροιά) επειδή οι γονείς τους προσπαθούν να τα απομακρύνουν από τις οθόνες! Ενδεικτικά να αναφερθεί ότι το περασμένο έτος εισήχθησαν στο νοσοκομείο παίδων 500 περίπου παιδιά για απεξάρτηση από το κινητό τηλέφωνο! Επίσης, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες καλλιεργείται και μία πεποίθηση «ασυδοσίας» σε όλους τους τομείς της ζωής και αμφισβητούνται τα πάντα, ιδιαίτερα δε τα υγιή πρότυπα που θα μπορούσε να στηριχθεί ο οποιοσδήποτε ανήλικος. Ηθικές αξίες καταπατώνται, τα πάντα αντιμετωπίζονται με έναν άκριτο «ισοπεδωτισμό» που καλλιεργείται και από δήθεν «ελευθερογνώμονες πνευματικούς ανθρώπους», τα παιδιά και γενικότερα οι άνθρωποι δεν έχουν που να πιστέψουν, πολλοί γονείς δεν σέβονται τα ίδια τους τα τέκνα προκειμένου οι ίδιοι να «χαρούν» την ζωή και εν κατακλείδι υφίσταται ένας γενικότερος αποπροσανατολισμός, που οδηγεί σε φαινόμενα, απαξίωσης των Νόμων και της λειτουργίας του κράτους, βίας και εν γένει άναρχης λειτουργίας της κοινωνίας. Γονείς βιαιοπραγούν μπροστά στα παιδιά τους ή σε αυτά (λεκτικά ή σωματικά), με αποτέλεσμα η βία να γίνεται καθεστώς εντός της οικογενείας, ενώ η σύγχρονη τάση της κακώς εννοουμένης «μαγκιάς» οδηγεί τους ανηλίκους να αλληλοπαρασύρονται στο ποιος θα επιδείξει την χειρότερη συμπεριφορά, ειδάλλως θα χαρακτηριστεί «αποδιοπομπαίος τράγος» της «παρέας».  Γενικότερα λοιπόν καλλιεργούνται κάποιες τάσεις που δυστυχώς, σε συνδυασμό με την συστηματική αποδόμηση του θεσμού της οικογενείας και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο θεσμός αυτός, οδηγούν τους ανηλίκους και ειδικά τους εφήβους σε σοβαρές παραβατικές συμπεριφορές εντός και εκτός οικογενείας. Γι αυτό και εκτός της ενδοοικογενειακής βίας υφίστανται σοβαρά κοινωνικά φαινόμενα, όπως του γνωστού μπούλινγκ, που συνεχώς διογκούται στα σχολεία. Κλάδος των ανωτέρω προβλημάτων φυσικά αποτελεί και η μάστιγα των ναρκωτικών, η οποία φυσικά δεν είναι κάτι καινοφανές, ειδικά στον σύγχρονο δυτικό κόσμο και που στόχο έχει άτομα που δεν μπορούν να αντισταθούν και επιθυμούν να βιώσουν μία άλλη πραγματικότητα. Στην περίπτωση βέβαια που κάποιος ανήλικος κυλίσει στον ζοφερό κόσμο των ναρκωτικών πλέον εισέρχεται σε μία συνήθως αδιέξοδη κατάσταση, όπου το μόνο του ενδιαφέρον είναι η κάλυψη της ανάγκης για χρήση ναρκωτικών ουσιών, με αποτέλεσμα να γίνεται βίαιος λεκτικά και σωματικά προς τους οικείους του. Ένα μικρότερο ποσοστό ανηλίκων δραστών ασκεί βία λόγω ψυχικών νοσημάτων ή εν πάσει περιπτώσει ελαφροτέρων μορφών ψυχολογικών διαταραχών. Παράδειγμα, υφίστανται ανήλικοι που πάσχουν από αυτισμό και έχουν την τάση να γίνονται βίαιοι απέναντι σε πρόσωπα της οικογενείας τους. Η αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών φυσικά δεν είναι καθόλου εύκολη και μπορεί να επιτευχθεί εφόσον η οικογένεια του ανηλίκου αυτού σπεύσει να συμβουλευθεί ειδικούς και να ακολουθήσει την δέουσα αγωγή που επιβάλλεται αναλόγως της παθήσεως. Ιδιαίτερα στα παλαιότερα χρόνια κάτι τέτοιο ήταν σχεδόν αδύνατον (ειδικά στην επαρχία), και λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού και μεθόδων θεραπείας, αλλά και λόγω της επικρατησάσης νοοτροπίας «κουκουλώματος» του προβλήματος προκειμένου να μην στιγματιστεί το η οικογένεια και τέκνο στην τοπική κοινωνία. Πολλοί δε γονείς εθελοτυφλούν γιατί δεν θέλουν ή και δεν μπορούν να πιστέψουν ότι υφίσταται πρόβλημα, με αποτέλεσμα να υφίστανται άσχημες καταστάσεις και περιστατικά στην οικογένειά τους.

Β. Ε Ρ Ω Τ Η Μ Α : Οι ανήλικοι αυτοί παραβάτες (ο Νόμος έχει υιοθετήσει τον όρο παραβάτες από τον όρο εγκληματίες προς αποφυγήν του στιγματισμού του ανηλίκου) έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και προέρχονται από συγκεκριμένες τάξεις του πληθυσμού;
           Έχει απασχολήσει πολλές φορές την εγκληματολογία εάν οι εγκληματίες έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Φερ’ειπείν ο γνωστός Ιταλός εγκληματολόγος Καίσαρας Λομπρόζο εισήγαγε την θεωρία της εγκληματικής ανθρωπολογίας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το έγκλημα είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, η τάση προς το έγκλημα είναι γενετικό χαρακτηριστικό και ο εν δυνάμει εγκληματίας είναι δυνατόν να αναγνωριστεί από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου και του κρανίου του. Φυσικά εμείς δεν θα αναλωθούμε στην κριτική τως άνω θεωριών, των αντιθέτων ή συναφών με αυτές κτλ. και η άποψη του ομιλητού είναι ότι ειδικά τα ανήλικα τέκνα δεν έχουν υπό φυσιολογικές συνθήκες συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, χωρίς βέβαια να διεκδικώ δάφνες απόλυτης γνώσης πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα. Πιστεύω ότι, εκτός ειδικών περιπτώσεων, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας από ανηλίκους προέρχονται από τις διαμορφούμενες κοινωνικές συνθήκες του κάθε Έθνους και του κάθε κράτους , αλλά και από την ανάλογη τάση της κάθε οικογενείας. Από τα κοινωνικά και οικογενειακά ερεθίσματα το κάθε παιδί λαμβάνει το μέτρο της κοινωνικής του συμπεριφοράς, σε συνδυασμό βέβαια με την προδιάθεση που αναπτύσσει ως χαρακτήρας (π.χ. κάποιος μπορεί να είναι περισσότερο οξύθυμος από κάποιον άλλον, οπότε, σε συνδυασμό με τις επικρατούσες συνθήκες, να έχει μεγαλύτερη ροπή στην βία κάθε μορφής). Από τα στοιχεία πάντως της Αστυνομίας και τα δικαστήρια ανηλίκων στην Ελλάδα προκύπτει ότι οι ανήλικοι παραβάτες είναι αγόρια στο 97% των περιπτώσεων ηλικίας 14 έως 17 ετών, προέρχονται από χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα και από δυσλειτουργικές οικογένειες, χρήστες τοξικών ουσιών στην πλειοψηφία τους, έχουν εγκαταλείψει το σχολείο ή έχουν χαμηλή απόδοση στα μαθήματα και αδικαιολόγητες απουσίες. Είναι απολύτως λογικό σε χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, δεδομένης και της λαιλαπώδους οικονομικής κρίσης, να γεννώνται περισσότερα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας, δοθέντος ότι τα στρώματα αυτά αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα στην καθημερινότητά τους. Στα στρώματα αυτά επιπλέον αναπτύσσονται πιο εύκολα φαινόμενα όπως ο αλκοολισμός και η βία μεταξύ γονέων. Επίσης, οι ανήλικοι από χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα επισημαίνονται ευκολότερα από τις διωκτικές αρχές, εν σχέσει με τα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα που έχουν την οικονομική άνεση φερ’ειπείν να παρακολουθήσουν τα παιδιά τους από ιδιώτες παιδοψυχολόγους ή παιδοψυχίατρους ή άλλους επαγγελματίες υγείας και δεν παραπέμπονται σε κοινωνικές υπηρεσίες ή την αστυνομία. Επίσης, εκτός της οικονομικής και μορφωτικής αδυναμίας ορισμένων κοινωνικών στρωμάτων υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες που οδηγούν τα στρώματα αυτά σε κατ’ εξακολούθηση παραβατικές συμπεριφορές, όπως φερ’ειπείν η παράδοση μίας συγκεκριμένης μερίδας του πληθυσμού να ζει υπό συνθήκες πλήρους ελλείψεως αλληλοσεβασμού, με το δίκαιο του ισχυρού, για θρησκευτικούς ή άλλους λόγους. Ωστόσο, παρόλη την εύλογη στατιστική υπερίσχυση των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων στην τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας, το ζήτημα της εν γένει βίας και παραβατικότητας παραμένει διαταξικό και δεν πρέπει να γίνονται επικίνδυνες και ισοπεδωτικές γενικεύσεις. 

Γ. Ε Ρ Ω Τ Η Μ Α : Η ποινική τους αντιμετώπιση είναι επαρκής;
           Παρατηρήσαμε ότι στις ανωτέρω αναφορές ο ποινικός νομοθέτης εύλογα είναι επιεικής απέναντι στους ανηλίκους δράστες. Και αυτό διότι ένας πολύ νέος άνθρωπος πρέπει να γαλουχείται με το πνεύμα της επιεικείας και να του δίδεται μία δεύτερη ευκαιρία να επανορθώσει. Πεποίθηση του ομιλούντος είναι ότι η ποινική αντιμετώπιση, ως πρόβλεψη, είναι επαρκής, πλην όμως φρονώ ότι η εφαρμογή του Νόμου δεν είναι η δέουσα λόγω κυρίως υλικών ελλείψεων και πολλές φορές ακούμε τους πολίτες να λένε «δεν υπάρχει Νόμος», υπό την έννοια κυρίως ότι δεν εφαρμόζεται ο Νόμος, και όχι υπό την έννοια του σφάλματος των Δικαστικών και λοιπών αρχών. Στο πεδίο των ανηλίκων δραστών οι αρχές καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες εφαρμογής του Νόμου, πλην όμως κάτι τέτοιο, ειδικά σε επίπεδο κοινωνικών υπηρεσιών, δεν είναι εφικτό, είτε λόγω ελλείψεως εξειδικευμένου προσωπικού και εν γένει κονδυλίων, είτε λόγω ελλείψεως συντονισμού ή κακής λειτουργίας των αρμοδίων υπηρεσιών. Επίσης, πολλές φορές καλλιεργούνται τάσεις «άφεσης αμαρτιών», με αποτέλεσμα οι ανήλικοι παραβάτες να μην αντιλαμβάνονται την βαρύτητα των πράξεών τους και να απαξιώνουν μέσα τους το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης και εν γένει λειτουργίας του κράτους. Η απαξία αυτή οδηγεί σε μία κατάσταση επιβολής κακών, επαναλαμβανομένων συμπεριφορών των ανηλίκων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Στο επίπεδο του κατ’ ουσίαν σωφρονισμού δυστυχώς παρατηρείται μόνον μία θεωρητική χρήση του όρου, όπως και στα λοιπά σωφρονιστικά καταστήματα, με αποτέλεσμα οι κρατούμενοι σε καταστήματα κράτησης ανηλίκων να επιστρέφουν «δριμύτεροι» σε εγκληματικές δράσεις. 
          
Δ. Ε Ρ Ω Τ Η Μ Α : Ποιες είναι οι προτάσεις-λύσεις μειώσεως των φαινομένων ενδοικογενειακής βίας από ανηλίκους δράστες;

          Καταρχάς, αναχώματα αυτοσυγκράτησης απέναντι στην παραβατικότητα αναδεικνύονται, για τον ανήλικο οι ομαλές σχέσεις του με την οικογένεια και με το σχολείο, η σωστή επιλογή συνομηλίκων που συναναστρέφεται και η γενικότερη στάση του απέναντι στη ζωή, σε συνδυασμό και με την καλή εικόνα που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του (Βλ. και Ν. Κουράκη, «Δίκαιο Παραβατικών Ανηλίκων, Ποινική και Εγκληματολογική προσέγγιση», εκδ. Σάκκουλα, 2012, σ. 176).
           Συνεπώς, το πρώτο σε σημαντικότητα βήμα που πρέπει να γίνει προς μείωση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας υπό των ανηλίκων είναι ο επαναπρογραμματισμός της παιδείας και της οικογενείας. Μέσω του κρατικού μηχανισμού της παιδείας θα πρέπει να εμπεδώνεται, καταρχάς κλίμα πειθαρχίας με την κυριολεκτικά έννοια του όρου στην λειτουργία των σχολείων. Δηλαδή να εφαρμόζεται το άρχειν διά του πείθειν, και όχι η στείρα πειθαρχία που ίσως κάποιος θα μπορούσε να φανταστεί. Πρέπει τα παιδιά (τα οποία εκ φύσεως είναι «άγραφα χαρτιά»-tabula rasa, με τάση να δοκιμάζουν τα όρια, τόσο τα δικά τους όσο και των άλλων) να έχουν σαν πεποίθηση ζωής την τήρηση βασικών κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράς. Επίσης, θα πρέπει να δοθεί περισσότερη βαρύτητα στην εξέλιξη της ηθικής παιδείας, και όχι στην εξειδικευμένη τεχνική εκπαίδευση (τουλάχιστον στις πρώτες βαθμίδες της παιδείας, οπότε και διαμορφώνεται ο χαρακτήρας του παιδιού) ώστε τα παιδιά να μπορούν να απορρίψουν τα εσφαλμένα πρότυπα συμπεριφοράς. Είναι δεδομένο ότι η τεχνική εκπαίδευση δεν συνεπάγεται μόρφωση εν τη ουσιαστική εννοία του όρου. Παράλληλα βέβαια πρέπει και το επίσημο κράτος, αλλά και εμείς οι ίδιοι, να αγκαλιάσουμε ξανά την οικογένεια ως θεσμό που βοήθησε το Έθνος μας να επιβιώσει στους αιώνες και σε πολλές περιπτώσεις να μεγαλουργήσει. Η ορθώς λειτουργούσα οικογένεια, με όσα τρωτά σημεία μπορεί να έχει λόγω της δυσκολίας στον καταμερισμό ευθυνών, την ενδεχόμενης σύγκρουσης αντιθέτων χαρακτήρων κτλ είναι το κύτταρο που μπορεί να θωρακίσει τον ανήλικο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της ζωής. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει και η στατιστική στους «ανηλίκους θύτες», αφού οι περισσότεροι προέρχονται από οικογένειες υπό διάλυση ή οικογένειες με σοβαρά ήδη προβλήματα βίας. Αυτά τα παιδιά είναι που έχουν μεγαλύτερη ροπή στην βία και την εν γένει τέλεση εγκλημάτων, πολλές φορές διεκδικώντας και την προσοχή που δεν έλαβαν ποτέ από τους γονείς τους. Το επίσημο κράτος πρέπει να στέργει την οικογένεια, προληπτικά όχι μόνον μέσω επιδομάτων ή «παρηγορητικών» μέτρων, αλλά με ουσιαστικές πράξεις και μηνύματα υπέρ αυτής σε κάθε ευκαιρία: Με εκπομπές, με μαθήματα στα σχολεία, με τηλεοπτικές εκπομπές, με απαγόρευση προβολής ταινιών βίας  (με φόνους, καταστροφές, απαξία της οικογενείας, χρήσης ναρκωτικών κτλ) ειμή μόνον σε συγκεκριμένες ώρες ή σε συγκεκριμένους αποδέκτες (π.χ. τηλεθεατές συνδρομητικής τηλεόρασης), ακόμη και με υποχρεωτική ίσως επιμόρφωση των γονέων αναφορικά με την αποφυγή παγίδων που μπορούν να αποφύγουν (φερ’ειπείν η ασύδοτη χρήση ηλεκτρονικών μέσων από μικρή ηλικία και η στροφή στην κλασσική ανάγνωση βιβλίων). Επίσης, πρέπει τα παιδιά να εντάσσονται σε υγιείς οργανισμούς, όπως φερ’ειπείν αθλητικά σωματεία ή ενώσεις προσκόπων, όπου μαθαίνουν την ευγενή άμιλλα και την αλληλοπροσφορά. Η τήρηση βασικών κανόνων συμπεριφοράς (π.χ. δεν πετάμε τα σκουπίδια μας στον δρόμο ή σεβόμαστε τους πεζούς κτλ) σε συνδυασμό με την ηθική παιδεία μπορούν να προστατεύσουν περισσότερο τα παιδιά εν σχέσει με το πρώτυπο του «μηχανήματος άγρας βαθμών» που καλλιεργείται στα σχολεία. Και ο σεβασμός στο Θείο, που συστηματικά καταπολεμείται, με αποτέλεσμα την καλλιέργεια απαξίας για κάθε τι το υγιές. Ο συνδυασμός όλων των ανωτέρω μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ενός κράτους προτύπου, χωρίς φαινόμενα παιδικής βίας στο πλαίσιο της οικογενείας. Και βέβαια, στο πλαίσιο του ποινικού σωφρονισμού η εκάστοτε πολιτεία θα πρέπει να στραφεί σε ουσιαστικό σωφρονισμό, και όχι σε τυπική φυλάκιση, που στην ουσία, λόγω του επικρατούντος καθεστώτος, μετατρέπει τα παιδιά σε μηχανές ανακύκλωσης βίας και εγκλήματος. Τέλος, σε ειδικές περιπτώσεις παθολογικής βίας, όπου ουσιαστικά σωφρονισμός δεν χωρεί πρέπει το κράτος να στραφεί σε μεθόδους που, εάν δεν μπορούν να σωφρονίσουν τον ανήλικο, τουλάχιστον θα μπορούν αξιοπρεπώς να του δίδουν την δυνατότητα να ζήσει λίγο καλύτερα, και όχι να τον κλείνει σε καταστήματα-κολαστήρια.

ΠΑΡΕΜΠΙΤΟΥΣΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: 
Το θύμα οικογενειακής βίας να αιτηθεί την καταβολή αποζημίωσης στην Ελληνική αρχή αποζημίωσης (Υπουργείο δικαιοσύνης) και η αρχή απαντά εντός τριών μηνών (Ν.3811/2009).

άρθρο 8 § 2 του ν. 3811/2009
«2. Η αποζημίωση καλύπτει τα ιατρικά έξοδα και νοσήλια, την εξειδικευμένη ψυχική και ψυχολογική υποστήριξη του θύματος όταν δεν υφίσταται δημόσια δομή ψυχικής - ψυχολογικής στήριξης στον τόπο κατοικίας ή διαμονής του θύματος, την απώλεια εισοδήματος για εύλογο χρονικό διάστημα, τις δαπάνες αλλαγής περιβάλλοντος και κατοικίας, ιδίως τις δαπάνες μετακόμισης και αγοράς απαραίτητων καταναλωτικών αγαθών για την μετεγκατάσταση σε ασφαλές περιβάλλον και τα έξοδα κηδείας. Το ύψος των ποσών της αποζημίωσης για την ψυχική και ψυχολογική υποστήριξη του θύματος καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών και Υγείας, ενώ το είδος των δαπανών αλλαγής περιβάλλοντος που καλύπτονται και το ύψος αυτών καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών.

Η αποζημίωση δεν καλύπτει την εκ μέρους του θύματος, συγγενούς του ή τρίτου καταβολή λύτρων στους δράστες των εγκλημάτων της αρπαγής (άρθρο 322 Π.Κ.) και της αρπαγής ανηλίκων (άρθρο 324 Π.Κ.).».

Άρθρο 9 ν. 3811/2009
Λόγοι αποκλεισμού της αποζημίωσης
Το θύμα εγκλήματος βίας δεν δικαιούται αποζημίωσης στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Αν η πράξη τελέστηκε μεταξύ μελών εγκληματικής οργάνωσης, συμμορίας ή τρομοκρατικής οργάνωσης.
β) Αν υπαίτια παρέλειψε ή καθυστέρησε να καταγγείλει εντός πέντε ημερών την εις βάρος του τελεσθείσα αξιόποινη πράξη, με αποτέλεσμα να δυσχερανθεί η διακρίβωση της ταυτότητας του δράστη. Αν εμποδίσθηκε από λόγο ανωτέρας βίας να καταγγείλει την σε βάρος του τελεσθείσα αξιόποινη πράξη, η προθεσμία των πέντε ημερών αρχίζει από την άρση του λόγου αυτού.
γ) Αν στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας αρνήθηκε αδικαιολόγητα τη συνδρομή του στις αρμόδιες αρχές, και ιδίως αρνήθηκε να καταθέσει, απέκρυψε ή αμέλησε να προσκομίσει ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία, με αποτέλεσμα να δυσχερανθεί η διακρίβωση της ταυτότητας του δράστη.
δ) Σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου εν όψει των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης, η αξίωση αποζημίωσης από το θύμα συνιστά κατάχρηση δικαιώματος.


Άρθρο 13 ν. 3811/2009

Έξοδα

«Η αίτηση αποζημίωσης απορρίπτεται εάν μέχρι την εξέταση της από την Αρχή Αποζημίωσης δεν προσκομισθεί αποδεικτικό καταβολής παραβόλου ή τραπεζικού εμβάσματος. Το παράβολο ή το τραπεζικό έμβασμα ορίζεται σε εκατό (100) ευρώ και το ύψος του δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ο τρόπος είσπραξης του τραπεζικού εμβάσματος. Ο αιτών απαλλάσσεται από κάθε άλλη επιβάρυνση που προκαλείται σε όλο το στάδιο της διαδικασίας, από την υποβολή της αιτήσεως μέχρι την έκδοση αποφάσεως από την Αρχή Αποζημίωσης.»